Tuesday, January 22, 2019

κι έρχεται πάντα τη μουσκεμένη ώρα
αγκίστρι καμπυλωμένων χειλιών
και φεύγει στο πρώτο α

το μοιρολόι στο ποτάμι
μένει κουτσό
ανάμεσα στα ρω
πετούν τα χελιδόνια
μέχρι την τελευταία
κόκκινη θέα

Monday, September 3, 2018

στη γαύδο του νότου

να μας ξυπνούν το πρωί δυο σκανταλιάρες αχτίδες που ξεπήδησαν μες στη σκηνή, όχι το ξυπνητήρι, ούτε οι κόρνες, να μην έχουμε πρωινή έγνοια καμιά
να τσουρουφλίζεται η γυμνή πατούσα στη σαχάρα, να βλέπεις το μπλε, να βουτάς, να το γεύεσαι, να του λες "μόνο εσύ μας έμεινες", να ενώνουμε χέρια και να φιλάμε το βυθό, να μας τσιμπούν τα ψάρια και να μη σ' αφήνω να τα διώχνεις

να χάνομαι στις παλιές σελίδες, να τις καταβροχθίζω και να σου διαβάζω δυνατά, παρέα με την Καρυστιάνη και τον Κοροβίνη, να κάνω όλο παρατηρήσεις, για τα κλαριά, την άμμο, τ' άστρα, σαν μην έχω ξαναδεί... μα σαν αυτά... δεν είχα ξαναδεί... 
"πρέπει να προσέχουμε το απογευματινό φεγγάρι, μας χρειάζεται", ίσα που φέγγει δειλά, να μην κλέψει τη δόξα του ήλιου, να βραδιάζει, να ανεβαίνει στο θρόνο του κι εμείς στον δικό μας, σε κείνο τον αμμόλοφο, ψηλά, όπου το μάτι χάνεται κι οι πνεύμονες γεμίζουν
απαλά οι νότες κι οι ήχοι μας να πλέκονται στους κέδρους, να θάβονται κάτω απ' την άμμο, όλα να τα σκεπάζει ο συλλογικός πόθος
να μη με νοιάζει η ώρα, αρκεί που πάντα το σκοτάδι θα διαδέχεται το φως και τούμπαλιν
να χάνω το ρημάδι το κινητό, να μη με νοιάζει
μπαχάρια, κατσαρολικά, ο νοστιμότερος τραχανάς και το χειρότερο ρύζι, πολίτικη κουζίνα σε γελοιογραφία
να έχουμε τη "βεράντα", το "καθιστικό", το "δωμάτιο"
εκτοπίσαμε τις ανέσεις, μα έμειναν τα ονόματα να μας θυμίζουν τ' αναθεματισμένα από πού 'ρθαμε
να βουτάμε στα σκοτάδια, να γλιστράμε, κι άλλες γρατζουνιές, γδαρμένα γόνατα, να μη με νοιάζει
μόνο τ' άστρα, αυτά ψηλά στα ουράνια κι αυτά τα θαλάσσια, του βυθού, που λαμπυρίζουν, για τους τυχερούς
και τα σώματα... εκείνα τα γυμνά, τα θεϊκά, που φυτρώνουν στο χώμα και τα πλάθει ο αέρας
κι οι βράχοι... σε καλούν να σ' αγκαλιάσουν μα όχι και πολύ σφιχτά, δεν είναι δα βράχος κι άνθρωπος το ίδιο
να ξεχνώ τις τελείες, να γράφω λαχανιασμένα, μπας και χωρέσει η ομορφιά στ’ αλφάβητο, να χτίζω εδώ τον κόσμο χωρίς τα κεφαλαία, τα μεγαλόπρεπα, να ‘μαστε απ’ έξω μικροί κι από μέσα τεράστιοι
η κάθε λέξη εδώ ηχεί διαφορετικά, βαραίνει ο ψίθυρος, το γέλιο πετά
τα χάδια κλειδαμπαρώνονται στο δέρμα
γεννιέται μια υπόσχεση
να θέλω να γράψω γι' αυτά, μα να σβήνω τα πάντα
μου αρκούν οι δικές σου μουντζούρες στο στήθος,
κάτι πέτρες που κουβαλώ στις τσέπες
κι η υπόσχεση






Monday, July 2, 2018

Κεφαλονιά / φωτοποιήματα / Απρίλης '18

πού ανταμώνουν, Κυρά Θαλασσινή;
στην άλλη ή στην απ' εδώ του φεγγαριού; [...]
Κυρά Θαλασσινή / Νίκος Πεντζίκης







"...σε μια ταβέρνα το απόγευμα, με τους μεζέδες, τα ζωάκια που σου αρέσουν του βυθού, με τις υπερβολές, με τις μέρες της αφθονίας μας που είναι αμέτρητες, και ορφανές, που είναι ταξιδιώτισσες, που αρνούνται να γίνουν τουρίστριες, γεννημένοι σ' αυτό, στο μπλε βαθύ που το βάφτισε ένας πνιγμένος βασιλιάς..."
Φολέγανδρος: Πάμε πάλι / Κυριάκος Μαργαρίτης




το σπίτι νούμερο 40

εκεί όπου η αγάπη δεν ξέχασε ν' ανθεί
βαθιές ζάρες πάνω απ' το μέτωπο
το πιο ακριβό του κόσμημα.
οι δείκτες εδώ
μετρούν αιωνιότητες.
κάθε προσμονή κι ανάμνηση.
κάτω απ' το μωσαϊκό
θάφτηκαν καντάδες
το βράδυ ξεμυτίζουν
και κεντούν τα όνειρά τους.
το νυχτολούλουδο ξαγρυπνά
να τους φυλάει.
σαν τους έβλεπες να στρώνουν
το μεσημεριανό τραπέζι
θα ζήλευες.
Να πως κάποιοι κρατούν τον όρκο τους!



-μη με φιλάς τόσο γρήγορα
-δείξε μου
-δεν έχεις φιλήσει ποτέ σου λουλούδι;
-όχι, πρώτη φορά

 

θέλω τον κόσμο ν' αγκαλιάσω μ'ένα ζεστό φιλί κι από τη δύση μου να φτάσω ως την ανατολή 
το ταξίδι / Νίκος Γκάτσος

        

Λατρευτή μου Φιντέλ, συγγνώμη για την αργοπορία της γραφής μου. 
Ήμουν εντελώς παραδομένη στην ευτυχία. 
το ημερολόγιο ενός τρελού / Νικολάι Γκόγκολ

| τοποθεσίες: Πόρος, Μύρτος, Άσσος, χωριό Μεταξάτα |

Wednesday, June 27, 2018

κάτι από πελοπόννησο

νομός Λακωνίας, χωριό Γεωργίτσι, Ταΰγετος και στα πέριξ



  


όσο για θάνατο, πάντα μακρινός κι από σπόντα, στην καρδιά μας τσιμπήματα ενός παπαγάλου παμφάγου, στο φθαρμένο κουστούμι μας, κρόσια και ξέφτια.
- "ο μπιντές και άλλες ιστορίες" του μάριου χάκκα